Στο δήμο Σερρών την Τετάρτη,24 Ιουνίου 2020, ενώ κοινοποιήθηκε και προς τον αντιπεριφερειάρχη Σερρών Παναγιώτη Σπυρόπουλο
Απεστάλη η αναφορά αυτοψίας της Εγνατία Οδός ΑΕ για την γέφυρα του Τσέλιου –Αγίων Αναργύρων Σερρών
Κλιμάκιο της Εγνατία Οδός ΑΕ, επισκέφτηκε την περιοχή των Αγίων Αναργύρων Σερρών, το πρωί της Τρίτης, 23 Ιουνίου 2020, και διενήργησε έλεγχο στην γέφυρα.
Το πόρισμα της Εγνατίας Α.Ε. για την γέφυρα του Τσέλιου –Αγίων Αναργύρων Σερρών απεστάλη προς το δήμο Σερρών την Τετάρτη,24 Ιουνίου 2020, επίσης κοινοποιήθηκε προς τον αντιπεριφερειάρχη Σερρών Παναγιώτη Σπυρόπουλο, μετά την αυτοψία που έγινε στο σημείο το πρωί της Τρίτης, 23 Ιουνίου 2020. Την αναφορά αυτοψίας υπογράφει ο Παναγιώτης Πανέτσος, Δρ. πολιτικός μηχανικός, Υποδιευθυντής Γεφυρών, Διεύθυνση Λειτουργίας & Συντήρησης Τεχν. Έργων ,Γεφυρών της ΕΓΝΑΤΙΑΣ ΟΔΟΣ ΑΕ,
Η αναφορά της αυτοψίας αναφέρει τα εξής :
«Μετά από πρόσκληση της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου Σερρών, κλιμάκιο της Εγνατία Οδός ΑΕ, επισκέφτηκε την περιοχή των Αγίων Αναργύρων Σερρών, προκειμένου να διενεργήσει μαζί με τα στελέχη της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου αυτοψία της γέφυρας Τσέλιου, με στόχο έναν πρώτο έλεγχο της θεμελίωσης, των βάθρων και της ανωδομής της γέφυρας, αμέσως μετά από την πλημμυρική παροχή στην οποία εκτέθηκε η γέφυρα κατά την σφοδρή βροχόπτωση της Κυριακής 21.6.2020.
Η γέφυρα Τσέλιου, από τα αποτελέσματα της αυτοψίας, αλλά και βάσει σχεδίων αποτύπωσης που μας παρείχε η Τεχνική Υπηρεσία (σχέδια τυπικής διατομής, οριζόντιας τομής και κάτοψης) είναι τεσσάρων αμφιέρειστων ανοιγμάτων, έκαστο μήκους 11 περίπου μέτρων (4 χ 11.20μ = 45μ). Η ανωδομή (φορέας) αποτελείται από σύμμικτο φορέα, με δύο κύριες ακραίες δοκούς χυτοσιδηρές, ύψους 1.20μ που φέρουν πλάκα οπλισμένου σκυρδοέματος (πάχους 25cm, σύμφωνα με τα σχέδια αποτύπωσης) και τρεις εσωτερικές σύμμικτες δοκούς (κάτω χυτοσιδηρό τμήμα ύψους 40cm και άνω τμήμα πλακοδοκού από οπλισμένο σκυρόδεμα, ύψους 50cm). H απόσταση μεταξύ των ακραίων και εσωτερικών δοκών είναι 4 χ 1.25m. Η πλάκα καταστρώματος
προεξέχει σε πρόβολο μήκους 1.70 και από τις δύο πλευρές, διαμορφώνοντας κατάστρωμα συνολικού πλάτους 8.50 m. To καθαρό πλάτος ασφαλτικού είναι 5,50 m ανεπαρκές για παράλληλη διέλευση φορτηγών στις δύο λωρίδες/ κατευθύνσεις κυκλοφορίας. Τα μεσόβαθρα είναι από λιθοδομή (με λαξευμένους λίθους από μάρμαρο ή ασβεστόλιθο)
Η αυτοψία διήρκεσε περίπου μία ώρα και ήταν δυνατή η εξ’επαφής επιθεώρηση τμήματος του μεταλλικού φορέα (κάτω παρειά φορέα μπροστά από τα μεσόβαθρα Μ1 και Μ3) και των παρόχθιων όψεων των μεσοβάθρων Μ1 και Μ3. Ήταν δυνατή η εξ’ αποστάσεως παρατήρηση του μεσoβάθρου Μ2, εντός της κυρίως όχθης. Τα αποτελέσματα της πρώτης αυτοψίας είναι τα ακόλουθα:
-Τα μεσόβαθρα Μ1 και Μ3 που θεμελιώνονται στα πρανή της υφιστάμενης κυρίως όχθης, παρουσιάζουν εμφανείς αποδιοργανώσεις (απομάκρυνση λίθων, άνοιγμα αρμών).
-Το μεσόβαθρο Μ2 που εκτίθεται και καταπονείται, λόγω της θεμελίωσής του στο μέσο της υφιστάμενης κοίτης, εντονότερα, παρουσιάζει έντονη αποδιοργάνωση των γωνιών του (ανάντη και κατάντη) με ρωγμές λίθων και άνοιγμα αρμών – ένδειξη αποκόλλησης εξ’ αποχώρησης – πιθανής υποσκαφής. Στο μέσο του μεσοβάθρου Μ2 έχει αποκαλυφθεί, με τη βοήθεια και των εργασιών διάνοιξης των μηχανημάτων του Δήμου, η βάση έδρασης του (λιθορριπή ή θεμέλιο) ενώ παράλληλα οι λίθοι της βάσης του παρακολουθούν τη διαφορική υποχώρηση – πιθανή χαλάρωση της βάσης έδρασής τους. Παρατηρήθηκε και από τις δύο πλευρές του μεσοβάθρου Μ2. Δεν παρατηρήθηκε έντονη απόκλιση – στροφή, ωστόσο λόγω μικρού ύψους αυτή δεν θα ήταν οπτικώς αντιληπτή. Ορισμένοι λίθοι στο άνω τμήμα των γωνιών του μεσοβάθρου Μ2 λείπουν- έχουν πιθανόν παρασυρθεί από την πρόσφατη ή προηγούμενες πλημμυρικές παροχές, ιδιαίτερα στην ανάντη γωνία. Τέλος τα μεταγενέστερα έργα υδραυλικής προστασίας με συρματοκιβώτια έχουν σχεδόν πλήρως αστοχήσει – παρασυρθεί. Σημειώνεται ότι φαίνεται να δημιουργούσαν τοπική στένωση της κοίτης και αύξηση της υδραυλικής αντίστασης του μεσοβάθρου.
-Οι μεταλλικές δοκοί του φορέα – όπου ήταν δυνατόν να επιθεωρηθούν – φαίνεται να διατηρούν σημαντικό τμήμα της αρχικής διατομής τους, ωστόσο λόγω μακροχρόνιας έκθεσης σε διαβρωτικό περιβάλλον παρουσιάζουν καθολική επιφανειακή οξείδωση και σημειακές διηθήσεις. Μόνο μετά από καθαρισμό με υδρο-αμμοβολή και άλλους ελέγχους μπορεί να διευκρινισθεί ο βαθμός ακεραιότητας του παλιού χυτοσιδηρού φορέα. Εμμέσως εκ του αναμενόμενου βέλους και της απουσίας ρωγμών (σε θέσεις που ήταν δυνατή η επιθεώρηση), συμπεραίνεται κατ’αρχήν ότι δεν έχει επέλθει δραματική απομείωση της αρχικής του αντοχής. Ωστόσο αυτό το αρχικό συμπέρασμα πρέπει να επιβεβαιωθεί με τους απαραίτητους ελέγχους. Σημειώνεται ότι τα προϊόντα οξείδωσης αρκετών κεφαλών ήλων είναι σημαντικού όγκου, Χρήζει ελέγχου ικανό δείγμα ήλων σε κρίσιμες διατομές (υπέρηχοι, διηθούμενα υγρά, μαγνητικές μέθοδοι κ.α.)
-Η κάτω παρειά της πλάκας καταστρώματος σε πολλές περιοχές εμφανίζει εκτινάξεις, απώλειες επικάλυψης, έκθεση και προχωρημένη οξείδωση ράβδων κύριου (κάτω εγκάρσιου) οπλισμού της. Χρήζει άμεσης καθαίρεσης των σαθρών επικαλύψεων, με υδροβολή για άνοιγμα των πόρων και με μηχανικά μέσα, καθαρισμό των οξειδωμένων ράβδων, αντιοξειδωτική βαφή, αποκατάσταση με θιξοτροπικά κονιάματα υψηλής αντοχής και χαμηλής συρρίκνωσης και στεγανοποίηση τους με επαλειφόμενο στεγανωτικό τσιμεντοειδές, ανάπτυξης κρυστάλλων και σφράγισης των πόρων του σκυροδέματος.
-Τα στηθαία του καταστρώματος είναι φρεσκοβαμμένα και δεν μαρτυρούν – τουλάχιστον ως αποτέλεσμα της πρόσφατης σφοδρής νεροποντής – διαφορικές οριζόντιες κινήσεις των ανοιγμάτων του φορέα ή σημαντική βέλος των αμφορέρειστων ανοιγμάτων του φορέα, ή καθίζηση ενός – ιδίως του κεντρικού – μεσοβάθρου Μ2.
· -Τα διάκενα των αρμών είναι ανοικτά και χρήζουν σφράγισης – στεγάνωσης, με έγχυτο αρμός ασφαλτικής μαστίχης. Αυτή η ενέργεια θα είναι αποτελεσματική εάν συνοδευθεί από την συνολική ανακατασκευή των ασφαλτικών και της στεγάνωσης της πλάκας καταστρώματος.
Συμπεράσματα – Προτάσεις
Η γέφυρα δεν προκύπτει από τα πρώτα ευρήματα της αυτοψίας ότι έχει απωλέσει εκ της πρόσφατης σφοδρής νεροποντής σημαντικό τμήμα της ακεραιότητας του φορέα της, που δείχνει παρά την παλαιότητά του και τις σημαντικές τοπικές φθορές του, ο τελευταίος να διατηρεί σημαντικό τμήμα από την αρχική του δομική αντοχή, που όμως πρέπει να επιβεβαιωθεί με πιο σχολαστικούς και ειδικούς αναλυτικούς και πειραματικούς ελέγχους (καταστροφικοί, μη καταστροφικοί, αναλυτικός έλεγχος, δοκιμαστική φόρτιση κ.α.).
Η υποδομή της γέφυρας και ιδίως τα μεσόβαθα των οχθών και της κοίτης της υφιστάμενης μη επενδυμένης κοίτης του χειμάρρου, παρουσιάζουν σημαντικές βλάβες που είναι ενδείξεις τοπικών χαλαρώσεων – υποσκαφών της έδρασης/θεμελίωσής τους. Χωρίς άμεσα μέτρα υδραυλικής προστασίας, όπως μία γενική πλευρική υποθεμελίωση της περιμέτρου του μεσοβάθρου Μ2, η οποία θα είναι ικανού βάθους και πλάτους, χωρίς όμως να αυξάνει την υδραυλική αντίσταση του βάθρου, την επένδυση με συρματοκιβώτια της κοίτης και των οχθών σε ένα ικανό μήκος πριν, κάτω και μετά τη γέφυρα, την εξέταση διαπλάτυνσης της κοίτης στην περιοχή της γέφυρας, ώστε να αξιοποιούνται υδραυλικά και τα άλλα δύο ακραία ημιεπιχωμένα ανοίγματα και χωρίς άμεσες επισκευές της λιθοδομής (συμπλήρωση λίθων, βαθειά αρμολόγηση, πιθανή ενεμάτωση σε περιοχές αποδιοργάνωσης, δεν μπορεί να αποκλεισθεί μία αιφνίδια αστοχία – ολική υποσκαφή των θεμελίων των μεσοβάθρων της γέφυρας, που θα οδηγήσει σε σημαντική βλάβη ή και κατάρρευση το φορέα της.»