Ο Ύμνος των Σερρών
Γράφει ο Δημήτριος Αθ. Σιαμάγκας, Αντιδήμαρχος Παιδείας, Σέρρες, 6 Ιουλίου 2021
Ένας ύμνος έχει στίχους, που αφηγούνται όσα ήθελε να διηγηθεί ο δημιουργός του. Για να είναι ολοκληρωμένο έργο, πρέπει να εξιστορεί κάτι, να το υμνεί και να το θαυμάζει, να καταγράφει γεγονότα και κατορθώματα. Να περιγράφει όλα τα παραπάνω με τις πιο όμορφες λέξεις, με τις πιο περιεκτικές, αλλά και τις πιο σκληρές, όταν αναφέρεται σε απάνθρωπες πράξεις. Να εκπέμπει μηνύματα και κυρίως τα συναισθήματα όσων ταυτίζονται με το πρόσωπο, το γεγονός ή την ιδέα που περιγράφει. Να διεγείρει μνήμες, να σκορπά συγκίνηση και να αποδίδει σεβασμό και αγάπη στα περιγραφόμενα. Να αναστατώνει την καρδιά και να κάνει το νου να πετά.
Όλα τα παραπάνω πρέπει να τα ντύνει μια εμπνευσμένη μουσική, ένας σκοπός που αποτυπώνεται εύκολα στη μνήμη, μια μελωδία που σε καλεί να την μουρμουρίσεις. Να έχει έναν ρυθμό, που να συμπυκνώνει τον ήχο και να τον μεταμορφώνει σε πομπό που μεταφέρει άγγελμα χαρμόσυνο και ελπιδοφόρο. Να προκαλεί ρίγος στο σώμα και βούρκωμα στα μάτια στο άκουσμά του. Να σε προκαλεί να γυρίσεις το αυτί, για να απολαύσεις την αρμονία που σχηματίζουν οι νότες τουσκαρφαλωμένες στο πεντάγραμμο.
Όλα τα παραπάνω τα ακούει και τα νιώθει ο ακροατής στον ύμνο των Σερρών, που έγραψε και μελοποίησε ο Γιώργος Ανδρέου, τέκνο της σερραϊκής γης και άξιος εκπρόσωπος της μουσικής δημιουργίας στο πανελλήνιο.
Κύριε Ανδρέου, ευχαριστούμε για το δώρο σου στις Σέρρες, στους ανθρώπους της και στις γενιές που θα έρθουν!!!
Από του κάμπου τις ακτές ως τις ουράνιες σφαίρες
η πόλη μας οι Σέρρες
Από τα χρόνια τα παλιά, απ’ τα αρχαία κάστρα
ως της Ευρώπης τα σκαλιά
με τα ενωμένα άστρα, τ’ αδελφωμένα άστρα.
Ήρθανε εχθροί, κατακτητές, πέρασε μαύρες μέρες
η πόλη μας οι Σέρρες.
Δεν τη λυγίσαν οι φωτιές, δεν έσκυψε κεφάλι
Άντεξε πείνα, κατοχές, όρθια βγήκε πάλι (2).
Από του κάμπου τις ακτές ως τις ουράνιες σφαίρες,
η πόλη μας οι Σέρρες.
Με των προγόνων την ευχή, τη σκέπη των αγγέλων,
πάππου προς πάππου ελληνική,
πορεύεται στο μέλλον, το φωτεινό της μέλλον.
Ήρθανε εχθροί, κατακτητές, πέρασε μαύρες μέρες,
η πόλη μας οι Σέρρες.
Δεν τη λυγίσαν οι φωτιές, δεν έσκυψε κεφάλι
Άντεξε πείνα, κατοχές, όρθια βγήκε πάλι (2).
Με των προγόνων την ευχή, τη σκέπη των αγγέλων
πάππου προς πάππου ελληνική
πορεύεται στο μέλλον
η ωραία των ωραίων, η πόλη των Σερραίων (2).