Από το στέλεχος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Μιχάλη Μωυσιάδη με θέμα «ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΑ, ένα Νέο ιστορικό φαινόμενο»
Πολιτική εισήγηση-ανάλυση ενόψει των εκλογών της Δημοκρατικής Συμπαράταξης στις 12 Νοεμβρίου 2017
Η ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΑ είναι αυτή τη στιγμή ένα από τα κυρίαρχα σημεία συζήτησης και διερεύνησης στο πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας μας.
Είναι άραγε αναζήτηση νέων ιδεολογιών, μετά την εποχή που όλοι πίστεψαν στην κρίση των παλιών; ή μήπως είναι μια ανασύσταση των παλιών αριστερών δυνάμεων και κομμάτων της αριστεράς;
Όπως κι αν έχει όμως το πράγμα, επιβάλλεται ο όρος κεντροαριστερά να αποκτήσει περιεχόμενο με κεντροαριστερές συγκλίσεις. Αυτό προϋποθέτει το ενδιαφέρον των αριστερών κομμάτων.
Σήμερα κάθε άλλο παρά ενθουσιασμό δείχνουν μέχρι στιγμής τα κόμματα της Αριστεράς.
Μια εξήγηση για την στάση αυτή ίσως βρίσκεται και στην οπτική γωνία που υιοθετεί το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ότι αποτελεί τον κορμό της κεντροαριστεράς (όχι όμως την μοναδική αυθεντική συνιστώσα).
Ανεξάρτητα πάντως από την επιδίωξη των πολιτικών κομμάτων στη χώρα μας, όλοι δείχνουν ότι υπάρχει ένα πολιτικό υπόβαθρο για πολιτική συζήτηση που αφορά τον προσδιορισμό του κεντρώου και αριστερού χώρου, ακόμα και πέρα από τα σύνορα της χώρας μας.
Αυτός είναι και ο λόγος που πρέπει να επιχειρήσουμε να διερευνήσουμε τις ιδεολογικές και πολιτικές παραμέτρους της κεντροαριστεράς.
Ο όρος κεντροαριστερά δεν είναι κενός περιεχομένου. Σε στενή συνάφεια με την αριστερά, εκφράζει μια τάση που εμφανίζεται (από την εποχή της Γαλλικής επανάστασης) να προσδιορίζεται σε αντιδιαστολή με την συντηρητική τάση (Δεξιά).
Στην σημερινή συγκυρία η κεντροαριστερά έχει να αντιπαλέψει τις τάσεις που επιβάλλει η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας και η Ευρωπαϊκή Σύγκλιση (Μάαστριχ), καθώς και το Αδιέξοδο μοντέλο της απόλυτης κυριαρχίας της Αγοράς που εφαρμόζεται σε όλο τον πλανήτη (τραπεζοκρατία).
Είναι πλαστή η εικόνα ότι οι νεοφιλελεύθερες επιλογές είναι η μόνη ικανή και αναγκαία συνθήκη για να διατηρηθούμε στις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις.
Επί της ουσίας ο δρόμος που προσδιορίζει και πρέπει να προσδιορίσει την κεντροαριστερά, είναι η επαναφορά στο προσκήνιο κοινωνικών αιτημάτων, όπως η αναδιανομή του εισοδήματος, η ισότητα και η κοινωνική αλληλεγγύη που σήμερα βρίσκεται υπό διωγμόν ή ομηρία.
Δεν το βλέπει κανείς εύκολο να αποφύγει τη μνεία των διανοουμένων σε μια συζήτηση περί αυτού του ιστορικού φαινόμενου της κεντροαριστεράς. Αν λοιπόν είναι αποδεκτό ότι δεν μπορεί να μην μνημονευθεί η ύπαρξη αυτού του όντος στο βαθμό που υπάρχει, τίθεται μια θέση – πρόταση, ότι η Δεξιά δεν μπορεί να παράγει διανοούμενους, και οπότε δεν μπορεί να παράγει έννοια πολιτικοοικονομικών μπλοκ που να αναφέρεται σε ένα πρόταγμα ισότητας κοινωνικών αιτημάτων. Βέβαια αυτό είναι πρωθύστερο.
Το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι εάν έχουμε να κάνουμε με μια «διάθεση» να συγκροτηθεί ένα νέο πολιτικό μέτωπο (υποκείμενο) ανάμεσα στο φάσμα Δεξιά – Αριστερά ή εάν μπροστά στα φαινόμενα ενδεχομένου κατακερματισμού και αποδιάρθρωσης του πολιτικού και δημόσιου βίου, κάποιος καλείται να προσπαθήσει να κάνει μια νέα σύνθεση.
Οι όροι Δεξιά και Αριστερά όπως έχουν εξελιχθεί και αποτυπωθεί ιστορικά, είχαν ένα συγκεκριμένο πολιτικό περιεχόμενο, σε μια συγκεκριμένη πολιτική συγκυρία. Η Δεξιά ορίζεται σε σχέση με την Αριστερά και η Αριστερά σε σχέση με τη Δεξιά. Ακόμη υπάρχει αδυναμία να τοποθετηθεί ιδεολογικά ένα σύστημα ιδεών ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά.
Η κεντροαριστερά αντιπαρατίθεται προς τα Αριστερά με την έννοια ότι δεν επαγγέλλεται τις ρήξεις της Αριστεράς και αντιπαρατίθεται προς το ΚΕΝΤΡΟ με την έννοια ότι θέλει να εμφανίζεται με ένα πρόταγμα μη κεντρώο.
Η κεντροαριστερά είναι: μια Αριστερά που δεν θέλει ρήξεις και ένα κέντρο το οποίο θέλει να αυτοτοποθετείται μέσα σε μια παραδοσιακή διάταξη δυνάμεων από την Δεξιά ως την Αριστερά.
Το γεγονός ότι επιλέγεται και χρησιμοποιείται ο όρος κεντροαριστερά με ένα συγκεκριμένο πολιτικό περιεχόμενο, (σωστή ή μη η επιλογή του όρου) αντιστοιχεί σε μια Νέα περίοδο που είναι αμήχανη και δύσκολο να προσδιοριστεί ως προς το περιεχόμενο που θέλει να εμπεριέχει.
Αυτό που είναι της μόδας σήμερα είναι η αποδόμηση των όρων Αριστερά και κεντροαριστερά, δηλαδή η μεταμοντέρνα στάση που λέει ότι αυτοί οι όροι δεν σημαίνουν τίποτα.
Η αντίθετη από αυτήν την στάση είναι ότι παρ’ όλο που υπάρχουν διαφορές, ανάμεσα στα κόμματα της Αριστεράς, υπάρχει κάτι κοινό που βρίσκει κανείς σ’ όλα τα κινήματα της Αριστεράς.
Δηλαδή σ’ όλα τα αριστερά κινήματα και κόμματα υπάρχει μια διάχυτη προσπάθεια για ισότητα ευκαιριών, για αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των ασθενέστερων στρωμάτων, δικαιοσύνη στην κατανομή βαρών, αποτελεσματική αντιμετώπιση της Ανεργίας, τους όρους δηλαδή που οδηγούν στην καθολική ευημερία, στην σύγχρονη Αριστερά, Αριστερά της πράξης.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. έχει μια κεντρικότητα στην πολιτική ζωή, αλλά δεν είναι κέντρο. Το κέντρο στην πολιτική, όπως και στα μαθηματικά εξαρτάται από τις αντίρροπες σε αυτό δυνάμεις, πάει μία από ’δω και μία από εκεί.
To ΠΑ.ΣΟ.Κ. από την ίδρυσή του ήταν η υπέρβαση του κέντρου που του εξασφαλίζει την ηγεμονία και την κεντρικότητά του. Αυτή ήταν μια θετική κληρονομιά του ιδρυτή του.
Ο χώρος του κέντρου είναι ήδη κατειλημμένος. Συνεπώς όταν λέμε ότι ένα κόμμα της Αριστεράς μετακινείται προς το ΚΕΝΤΡΟ αυτό που συμβαίνει στην ουσία είναι ότι γίνεται πιο μετριοπαθές, πιο συγκρατημένο. Αυτό κατ’ αρχήν δεν λέει πολλά. Λέει όμως ότι το συγκεκριμένο κόμμα μετακινείται προς τα εκεί που είναι οι ψηφοφόροι. Ακόμη απαλλάσσεται από τον ιδεολογικό του μανδύα για να γίνει πιο αποδεκτό από τους ψηφοφόρους.
Όταν η Αριστερά μετακινείται προς το ΚΕΝΤΡΟ απομακρύνεται από την ιδεολογία του κράτους, από την άποψη δηλαδή ότι ο ρόλος του κράτους στην κοινωνία είναι καθοριστικός .
Αλλά την ίδια στιγμή δεν απαρνιούνται την ιδεολογική κληρονομιά της Αριστεράς. Η ιδεολογική κληρονομιά είναι εξαιρετική επένδυση, έχει μεγάλη συμβολική Αξία. Γιατί να την απαρνηθούν τα κόμματα; και δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι τα κόμματα αυτά δεν θέλουν να χάσουν τον παραδοσιακό κορμό των υποστηρικτών τους. Γιατί λοιπόν να μην συνεχίσουν να διεκδικούν την ιδεολογική κληρονομιά του σοσιαλισμού, προσπαθώντας συγχρόνως να προσαρτήσουν νέους ψηφοφόρους, αλλάζοντας κάπως το μήνυμα. Είναι απολύτως νόμιμη πολιτικά αυτή η στρατηγική και δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι όλα τα κομματικά στελέχη στη βάση είναι μια ζωή δεμένα με το κόμμα. Συνεπώς ο κίνδυνος είναι κοινός για όλα τα σοσιαλδημοκρατικά και σοσιαλιστικά κόμματα, αν μετακινηθούν προς το ΚΕΝΤΡΟ υπερβολικά γρήγορα, τα παραδοσιακά τους στελέχη να χάσουν τον ενθουσιασμό τους και τα κόμματα να κινδυνεύσουν να χάσουν πιο πολλά απ’ όσα θα κερδίσουν.
Η ουσία της πολιτικής όμως είναι η εξουσία, είναι η πολιτική της Πράξης, είναι να είσαι κυβέρνηση. Αν δεν ήταν έτσι, όλοι θα ίδρυαν Νέο κόμμα. Είναι ουτοπία να πιστεύει κανείς, ότι όταν δεν κυβερνάς βοηθάς την κοινωνία και τους πολίτες στη λύση των προβλημάτων τους. Εκτιμώ ότι έχουν ωριμάσει οι καιροί, οι άνθρωποι, οι συνειδήσεις, ώστε αξιοποιώντας τις εμπειρίες μας -θετικές και αρνητικές- ως χώρα και ως λαός. Έτσι η πρόταση της προέδρου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Φώφης Γεννηματά μας ωθεί να ξεφύγουμε από τη σφαίρα των στείρων πολιτικών και κομματικών αντιπαραθέσεων που χαρακτήριζε τις προσεγγίσεις μας και να κινηθούμε στη δημιουργία ενός ηθικού, πατριωτικού, πολιτικού περιβάλλοντος που να είναι ελκυστικό, για μια σύγχρονη Πλειοψηφική, Πολυκομματική κεντροαριστερά (κατά το πρότυπο των Ευρωπαϊκών χωρών Γαλλία, Γερμανία, Σουηδία) που δεν θα βασίζεται σε ασυμφιλίωτες πολιτικές – κομματικές αντιθέσεις, αλλά σε συμμαχικές κοινωνικές δυνάμεις που παρά τις ιδεολογικές διαφορές τους, παρά τις πιθανές αποκλίσεις τους, να συγκλίνουν σε μια ανοιχτή σύγκρουση με τη Δεξιά, ανοίγοντας ένα νέο ιστορικό κύκλο της ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΑΣ του Διπολισμού και όχι του Δικομματισμού. Η Φώφη Γεννηματά εγγυάται την ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ και την ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΤΑΞΗΣ. Αυτό απαιτεί απόφαση και πράξη ΤΩΡΑ.