Ποιες περιοχές της χώρας μας – και σε τι ποσοστό – πληρούν τα «βιοφυσικά κριτήρια», ώστε να εντοπιστούν οι περιοχές που υπόκεινται σε φυσικούς περιορισμούς
Ο Κώστας Καραμανλής ζητά από το ΥπΑΑΤ τη μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου για τις μειονεκτικές περιοχές
Ο βουλευτής Ν.Σερρών της ΝΔ επισημαίνει ότι «Στο σχέδιο διαβούλευσης εμφανίζονται μεγάλες περιοχές της ηπειρωτικής χώρας να βρίσκονται εκτός των νέων περιοχών, ενώ σε άλλες, όπως π.χ. στην Π.Ε. Σερρών, δεν επήλθε – μακροσκοπικά τουλάχιστον – ουδεμία μεταβολή στα κριτήρια που λαμβάνει υπόψη η μελέτη».
Τη μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών για τις μειονεκτικές περιοχές ζητά με ερώτηση και αίτηση κατάθεσης εγγράφου ο βουλευτής Σερρών κ. Κώστας Καραμανλής.
Στο κείμενό του ο κ. Καραμανλής σημειώνει πως η νέα οριοθέτηση των περιοχών αυτών βασίζεται σε «βιοφυσικά κριτήρια», τα οποία λόγω του Κανονισμός 1305/2013 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι κοινά για όλα τα κράτη μέλη.
Συνεπεία αυτών, το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων είχε αναθέσει στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών σχετική μελέτη έτσι ώστε να διαπιστωθεί ποιες περιοχές της χώρας μας – και σε τι ποσοστό – πληρούν τα εν λόγω κριτήρια.
Στο σχέδιο διαβούλευσης, όμως, εμφανίζονται μεγάλες περιοχές της ηπειρωτικής χώρας να βρίσκονται εκτός των νέων περιοχών, ενώ σε άλλες, όπως π.χ. στην Π.Ε. Σερρών, δεν επήλθε – μακροσκοπικά τουλάχιστον – ουδεμία μεταβολή στα κριτήρια που λαμβάνει υπόψη η μελέτη.
Συνεπεία αυτών, και με δεδομένο ότι αυτήν τη στιγμή υφίσταται πραγματικός κίνδυνος να δημιουργηθούν σημαντικά προβλήματα από μια πιθανόν λανθασμένη οριοθέτηση των περιοχών με φυσικούς περιορισμούς, τα οποία με τη σειρά τους θα επιφέρουν αξιοσημείωτες κοινωνικοοικονομικές συνέπειες, οξύνοντας τις ενδοπεριφερειακές ανισότητες, ζητά ο κ. Καραμανλής την κατάθεση της μελέτης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο:
Ερώτηση και Αίτηση Κατάθεσης Εγγράφων
Θέμα: Διαβούλευση για την οριοθέτηση περιοχών με φυσικούς περιορισμούς (εκτός των ορεινών)
Στο πλαίσιο εναρμόνισης της χώρας μας στις απαιτήσεις του Κανονισμού 1305/2013, και προκειμένου να έχει το αρμόδιο υπουργείο τη δυνατότητα να συνεχίσει να ενισχύει τις περιοχές με φυσικούς περιορισμούς (εκτός των ορεινών), το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων θα πρέπει να προβεί σε νέα οριοθέτησή τους.
Ενδεικτικό του προβλήματος που υφίσταται αναφορικά με τον ορισμό των περιοχών με φυσικούς περιορισμούς αποτελεί η διαχρονική σύγχυση που επικρατεί ανάμεσα στα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θυμίζουμε πως το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο – με έκθεσή του – είχε ασκήσει δριμεία κριτική στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπογραμμίζοντας πως παρά το γεγονός ότι ορισμένοι μακροοικονομικοί και κοινωνικοοικονομικοί δείκτες μεταβλήθηκαν αισθητά, κάτι που είχε ως οι υφιστάμενες μειονεκτικές περιοχές να μην ισχύουν πλέον, η Commission ουδέποτε προχώρησε στην κατάθεση πρότασης τροποποίησης των κανονιστικών διατάξεων ως προς την οριοθέτηση των περιοχών αυτών. Υπό τη λογική αυτή, τα στοιχεία που διέθετε η Επιτροπή, σχετικά με το κατά πόσο η κατάταξη των «μειονεκτικών περιοχών» είναι έγκυρη, δεν μπορούσαν να αποδειχθούν επαρκώς.
Σε μια προσπάθεια αντίδρασης, η Commission προχώρησε στην τροποποίηση του τρόπου οριοθέτησης των μειονεκτικών περιοχών, όπως αυτές ορίζονταν με την παράγραφο 4 του άρθρου 3 της Οδηγίας 75/268/ΕΟΚ και το άρθρο 19 του Κανονισμού 1257/1999.
Η νέα οριοθέτηση βασίζεται σε «βιοφυσικά κριτήρια», κοινά για όλα τα κράτη μέλη, ώστε να εντοπιστούν οι περιοχές που υπόκεινται σε φυσικούς περιορισμούς, όπως τα χαμηλής παραγωγικότητας εδάφη, οι κακές κλιματικές συνθήκες και η σημαντική διατήρηση της εκτατικής γεωργικής δραστηριότητας στις περιοχές αυτές.
Λαμβάνοντας υπόψη τα βιοφυσικά κριτήρια που θέτει ο Κανονισμός 1305/2013, έχει ανατεθεί στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών σχετική μελέτη έτσι ώστε να διαπιστωθεί ποιες περιοχές της χώρας μας – και σε τι ποσοστό – πληρούν τα εν λόγω κριτήρια. Επίσης λήφθηκαν υπόψη στοιχεία, όπως π.χ. η ύπαρξη αρδευτικών δικτύων, τα ποσοστά άρδευσης ανά τοπική κοινότητα, στοιχεία του ΟΣΔΕ και δεδομένα γεωργικής απογραφής της ΕΛ.ΣΤΑΤ..
Στο σχέδιο διαβούλευσης εμφανίζονται μεγάλες περιοχές της ηπειρωτικής χώρας να βρίσκονται εκτός των νέων περιοχών, ενώ σε άλλες, όπως π.χ. στην Π.Ε. Σερρών, δεν επήλθε – μακροσκοπικά τουλάχιστον – ουδεμία μεταβολή στα κριτήρια που λαμβάνει υπόψη η μελέτη. Για παράδειγμα, δεν υπάρχει μεταβολή στο κλίμα, τα εδάφη εξακολουθούν να είναι περιορισμένης παραγωγικότητας, τα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά παραμένουν τα ίδια, δεν υπήρξε καμία μεταβολή στην αρδευόμενη έκταση, αλλά – και το κυριότερο – υπάρχει κλιμακούμενη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας στην περιοχή.
Τέλος, υπογραμμίζεται ότι αυτήν την στιγμή υφίσταται πραγματικός κίνδυνος να δημιουργηθούν σημαντικά προβλήματα από μια πιθανόν λανθασμένη οριοθέτηση των περιοχών με φυσικούς περιορισμούς, τα οποία με τη σειρά τους θα επιφέρουν αξιοσημείωτες κοινωνικοοικονομικές συνέπειες, οξύνοντας τις ενδοπεριφερειακές ανισότητες, με ό,τι κι αν αυτό συνεπάγεται για τις ήδη προβληματικές περιοχές μας.
Συνεπεία των ανωτέρω, ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1. Για ποιόν λόγο δεν υπάρχει συνημμένη στη διαδικασία διαβούλευσης η μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών;
2. Με δεδομένο ότι πολλά κριτήρια με βάση την εικόνα των περιοχών παραμένουν ίδια, τι ακριβώς έλαβε υπόψη της η μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών;
Παράλληλα, καλείται ο κ. Υπουργός όπως καταθέσει αντίγραφο της μελέτης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ο ερωτών Βουλευτής Κώστας Καραμανλής – Ν. Σερρών.